Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2018

Τα χρόνια πέρασαν... (απόσπασμα διηγήματος)


Το μεγαλύτερο όνειρο του Τώνη είναι να φιλοτεχνήσει έναν πίνακα και να γίνει διάσημος ζωγράφος με τεράστια φήμη. Και όχι απαραίτητα με πολλά χρήματα. Άλλα σπουδάζεις και άλλα ονειρεύεσαι. Πόσες αλήθειες και πόσα όνειρα έχουν γραφτεί σε χαρτάκια, έχουν τσαλακωθεί και έχουν πεταχτεί στον κάλαθο των αχρήστων. Χαμένες ιδέες. Χαμένα όνειρα, πάνε στα χαμένα. Κι έρχονται άλλες στιγμές, άλλα ζούμε, άλλα λέμε και κάνουμε λάθη, από τα οποία δεν μαθαίνουμε. Πόσο διαφορετική θα ήταν η ζωή, αν τα γράφαμε όλα αυτά κάθε μέρα σε ένα ημερολόγιο και ανατρέχαμε κάθε φορά που βλέπουμε τα σκούρα. Ένα είδος ψυχοθεραπείας μπορεί να γίνει κι αυτό.

Στα χρόνια της ύφεσης δεν βρέθηκε κανείς να πει κάτι διαφορετικό, να κάνει κάτι διαφορετικό… κι αν βρέθηκε, δεν τον είδαν αρκετοί.

Το πιο ουσιώδες μάθημα ζωής μέχρι στιγμής, πιστεύω πως το έχει δώσει ο πατέρας του Φοίβου, ο οποίος κάποτε ήταν πολύ φτωχός. Από μικρός δούλευε. Το πρωί πήγαινε σχολείο και το απόγευμα για δουλειά.  Κι όλα αυτά εν καιρώ ειρήνης.

Ήταν δέκα χρονών, όταν ξεκίνησε να δουλεύει σ’ ένα καφέ-παντοπωλείο στην παλιά αγορά της πόλης των Ιωαννίνων. Οι γονείς του ήταν φτωχοί, έμεναν σ’ ένα μικρό χωριό απέναντι από την πόλη, είχαν άλλα πέντε παιδιά κι έτσι αναγκάστηκαν να τον στείλουν στο σχολείο να μάθει γράμματα, αλλά ταυτόχρονα έπρεπε να δουλεύει. Τον φιλοξενούσε ο κουμπάρος που είχε παντρέψει τους γονείς του. Δηλαδή, τον είχε να κοιμάται στο καφενείο σ’ ένα ράντζο, το οποίο άνοιγε την ώρα που έκλεινε το μαγαζί.

Έτρωγε ότι περίσσευε από τους λιγοστούς μεζέδες που έφτιαχναν για τους πελάτες και τις περισσότερες φορές, μια φέτα ψωμί και μια κονσέρβα σαρδέλα. Πλενόταν στο υπόγειο του μαγαζιού, δίπλα από το χώρο της τουαλέτας, μ’ έναν παλιό πλαστικό κουβά και το χειμώνα ζέσταινε το νερό στην ξυλόσομπα του καφενείου για να μπορεί να πλυθεί.

Δύσκολη ζωή, γιατί πολλές φορές ξενυχτούσε μέχρι να κλείσει το μαγαζί. Αλλά είχε ένα όνειρο. Να ξεφύγει από τη φτώχεια που ζει και ο μοναδικός τρόπος για να το πετύχει ήταν να γίνει καλός μαθητής. Διάβαζε τη νύχτα κατά κύριο λόγο, ενώ ταυτόχρονα δούλευε. Αυτό συνέβαινε μέχρι και το πανεπιστήμιο. Τότε ήταν η χρονιά που έφυγε για πρώτη φορά από την πόλη των Ιωαννίνων και βρέθηκε στην Αθήνα για να σπουδάσει στη νομική σχολή του Καποδιστριακού πανεπιστημίου. Όλα τα έξοδα τα πλήρωνε με χρήματα που είχε μαζέψει από τη δουλειά του, τα τελευταία οχτώ χρόνια. Όμως οι υποχρεώσεις ήταν αρκετές, έτσι στο τέλος της δεύτερης χρονιάς των σπουδών του, αναγκάστηκε να δουλέψει σε μία εφημερίδα, ως διανομέας, ξυπνώντας από τα άγρια χαράματα για να μοιράζει τις εφημερίδες, ενώ ταυτόχρονα η σχολή γινόταν όλο και πιο δύσκολη… όμως το όνειρο του τον περίμενε.

Τα χρόνια πέρασαν, άλλοτε εύκολα και άλλοτε δύσκολα, το πτυχίο το πήρε και μάλιστα με τον δεύτερο καλύτερο βαθμό στην σχολή. Ο λόγος αυτός τον βοήθησε να κάνει το μεταπτυχιακό του στο Λονδίνο. Αυτή τη φορά δεν χρειάστηκε να δουλέψει καθώς είχε κερδίσει την υποτροφία σ’ ένα  από τα καλύτερα πανεπιστημιακά ιδρύματα της Αγγλίας και το γεγονός αυτό τον έκανε να αφοσιωθεί στο μεγάλο του στόχο, πρώτον να μάθει όσο καλύτερα γίνεται την αγγλική γλώσσα και δεύτερον να τελειώσει το μεταπτυχιακό του με τον καλύτερο βαθμό. Όπερ και εγένετο.

Απέκτησε το σπίτι των ονείρων του και την οικογένεια που ονειρευόταν, αλλά ποτέ δεν ξέχασε από που ξεκίνησε. Γι’ αυτό τον λόγο δημιούργησε ένα ίδρυμα, ώστε να στέλνουν τα παιδιά τους, οι άπορες οικογένειες, να τους παρέχεται η φιλοξενία και η εκπαιδευτική βοήθεια, για να μπορέσουν στην συνέχεια να σπουδάσουν.

Μέχρι και το δύο χιλιάδες δεκαπέντε ήταν ένας από τους καλύτερους και πετυχημένους διπλωμάτες της Ευρώπης. Ήταν η χρονιά που διαγνώστηκε με την επάρατο νόσο και σε λιγότερο από τέσσερις μήνες έφυγε από τη ζωή. Όλα τα χρήματα του και τα ακίνητα σε Ελλάδα και Αγγλία τα δώρισε σε φιλανθρωπικά ιδρύματα.

Το τέλειο ίσως είναι η ατέλεια που πασχίζεις να αλλάξεις. Ίσως ο χρόνος που χάνεις σε απέραντες αναζητήσεις. Ή μήπως οι απέραντες απολαύσεις της ζωής;

(Απόσπασμα από το διήγημα του Άγγελου Μητσόπουλου "Θέλω να πεθάνω στην Σαντορίνη")

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου